Πληροφορίες

Η φωτογραφία μου
Αγία Παρασκευή, Αττικής, Greece
Πολλά από όσα συμβαίνουν γύρω μου με εξοργίζουν, λιγότερο ή περισσότερο. Γράφοντας τις σκέψεις μου δεν βαυκαλίζομαι και δεν πιστεύω ότι θα αλλάξει κάτι απ’ όλα αυτά. Στην καλύτερη περίπτωση, ίσως βοηθήσω τους μη ειδικούς, να κατανοήσουν καλύτερα αυτά τα τόσο σοβαρά και σημαντικά για τη ζωή μας θέματα. Γνωρίζω ότι όλοι , χωρίς καμία εξαίρεση, είμαστε ημιμαθείς, εκτός από τον τομέα της εξειδίκευσής μας και παρ’ όλο που, ΟΛΑ τα θέματα για τα οποία γράφω δεν είναι ακριβώς της εξειδίκευσής μου, τολμώ να τα δημοσιεύσω επειδή είναι σχετικά με αυτή και, κυρίως, με έχουν απασχολήσει πολύ σοβαρά .

Τρίτη 30 Νοεμβρίου 2010

Φορολόγηση Κερδών και Επενδύσεις

ΦΟΡΟΛΟΓΗΣΗ ΚΕΡΔΩΝ και ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ

Το θέμα έρχεται συχνά στην επικαιρότητα και όσα ακούγονται και, πολλές φορές γράφονται, αντί να διαφωτίζουν, μάλλον αυξάνουν τις σχετικές απορίες όσων δεν έχουν ανάλογες ειδικές γνώσεις. Σκέφτηκα, λοιπόν, να προσπαθήσω για το αντίθετο με την σύντομη παρουσίαση που ακολουθεί.

Όλοι γνωρίζουμε, ότι προκειμένου να επενδύσουμε τα χρήματά μας θα λάβουμε υπ’ όψη μας την απόδοση και το ρίσκο. Όσοι έχουν ασχοληθεί σοβαρά με επενδύσεις θα σας διαβεβαιώσουν, ότι η απόφαση για επένδυση λαμβάνεται πάντοτε με βάση ένα και μόνο κριτήριο: την προσδοκώμενη απόδοση του επενδυόμενου κεφαλαίου, σε συνάρτηση με το ρίσκο απώλειας όλου ή μέρους του κεφαλαίου αυτού. Η απόδοση, κατά τα διεθνώς κρατούντα, προκύπτει από το καθαρό κέρδος μετά από φόρους. Αξίζει να σημειωθεί σχετικά, ότι ο ιστορικός και κοινωνιολόγος Ιμμάνουελ Βάλερστάΐν χαρακτηρίζει τη φορολογία ως ένα από «τα τρία βασικά κόστη του κεφαλαίου» (το κόστος προσωπικού, το κόστος εισροών και το κόστος φορολογίας). Μία προφανής σημασία αυτού του χαρακτηρισμού είναι ότι, όπως κάθε άλλο κόστος, έτσι και ο φόρος, πρέπει να ανακτηθεί μέσω των τιμών πώλησης, ώστε το προκύπτον κέρδος μετά από φόρους να δίνει ικανοποιητική απόδοση στο επενδυμένο κεφάλαιο.

Ούτως εχόντων των πραγμάτων, γίνεται προφανές, ότι η φορολόγηση κερδών (η/και μερισμάτων, για τους επενδυτές είναι ένα και το αυτό), κατ’ αρχήν, έχει την ίδια σημασία, που έχει κάθε άλλο στοιχείο κόστους: Αν μπορεί να αποφευχθεί ή να μειωθεί αυξάνεται η απόδοση! Αξίζει να σημειωθεί, ότι η μείωση της απόδοσης μίας επένδυσης, λόγω φορολόγησης είναι ευθέως ανάλογη με το ύψος των συντελεστών φορολόγησης κερδών: Δηλαδή, φορολόγηση με 10% μειώνει την απόδοση κατά 10%, πχ από 12% σε 10,8%, φορολόγηση με 20% μειώνει την απόδοση κατά 20%, πχ από 9% σε 7,2%, κοκ. Προφανώς η μείωση της απόδοσης λόγω φορολόγησης των κερδών είναι από σημαντική έως σημαντικότατη! Πρέπει να σημειωθεί, όμως και κάτι ακόμη: Οι επενδύσεις μοιάζουν με την …εγκυμοσύνη, δηλαδή ή γίνονται ή δεν γίνονται! Και επειδή οι περιπτώσεις, που γνωστοποιούνται οι επενδύσεις που δεν έγιναν είναι σπάνιες, δημιουργείται η σχετική σύγχυση.

Ουσιαστικά, η διερεύνηση θα μπορούσε να έχει τελειώσει εδώ! Πρέπει, όμως, να συνεχιστεί, αν μη τι άλλο, προκειμένου να αναδειχθεί καλύτερα, το πότε και το γιατί δεν γίνονται επενδύσεις λόγω της φορολογικής πολιτικής. Το «γιατί» είναι εύκολο να απαντηθεί: όταν η φορολόγηση μειώνει την προσδοκώμενη απόδοση κάτω από το ελάχιστο όριο, που χρειάζεται ο επενδυτής προκειμένου να αναλάβει το συγκεκριμένο ρίσκο, τότε η επένδυση δεν γίνεται. Το «πότε» συμβαίνει αυτό, είναι πιο σύνθετο ερώτημα και η απάντηση εξαρτάται από διάφορες συνθήκες:

Γενικά και για όλα τα είδη επενδύσεων, ισχύουν τα εξής: Έτσι όπως λειτουργεί η οικονομία, όσο πιο ακριβό είναι ένα προϊόν, τόσο περισσότερο κινδυνεύει ανταγωνιστικά από παρόμοια προϊόντα, που λειτουργούν ως «υποκατάστατα». Οι καταναλωτές, εκτός από την επιλογή της αγοράς υποκατάστατων προϊόντων έχουν και την επιλογή της μη αγοράς. Ακόμη και τα μονοπώλια δεν μπορούν να αυξάνουν τις τιμές τους, πέρα από κάποιο όριο. Όλα αυτά σημαίνουν, ότι και όταν, κατ αρχάς, το συνολικό κόστος μπορεί να ανακτηθεί μέσω των τιμών πώλησης, η αύξηση του κόστους αυξάνει τη δυσκολία ανάκτησής του. Αυτό, με τη σειρά του, αυξάνει το ρίσκο, επομένως οι επενδυτές χρειάζονται μεγαλύτερη απόδοση για να το αναλάβουν, οπότε η επένδυση δεν γίνεται! Στη σχέση απόδοση προς ρίσκο, είτε μειωθεί η απόδοση είτε αυξηθεί το ρίσκο, το αποτέλεσμα είναι το ίδιο.

Ειδικά για επενδύσεις, που μπορεί να γίνουν μόνο σε ένα κράτος, όπως πχ για εκμετάλλευση μιας από τις πρώην Ολυμπιακές εγκαταστάσεις, για εκμετάλλευση ιαματικών πηγών κλπ. ισχύουν μόνο τα πιο πάνω.

Ειδικότερα για επενδύσεις, που μπορεί να γίνουν είτε σε ένα, είτε σε άλλο κράτος, δηλαδή, στις περισσότερες των περιπτώσεων, η σημασία του ύψους των φορολογικών συντελεστών είναι, συνήθως, σχεδόν καθοριστική. Τα εργοστάσια για την παραγωγή σχεδόν όλων των προϊόντων ευρείας κατανάλωσης, είναι μονάδες με παραγωγική ικανότητα, που μπορεί να καλύπτουν τις ανάγκες πολλών αγορών (μονάδες, που έχουν το μέγεθος, που δημιουργεί τις «ιδανικές οικονομίες κλίμακας» κλπ). Προφανώς, η επιλογή του κράτους για την εγκατάσταση μιας τέτοιας παραγωγικής μονάδας απαιτεί τη λύση ενός σύνθετου αλγόριθμου. Οι συντελεστές, που επηρεάζουν την απόδοση μιας επένδυσης είναι πολλοί και με διαφορετική βαρύτητα για διαφορετικού είδους επενδύσεις: Γειτνίαση στις αγορές καταναλωτών, ειδικό βάρος κάθε μιας τέτοιας αγοράς, γειτνίαση στις αγορές πρώτων υλών, ειδικό βάρος του κόστους πρώτων υλών στο συνολικό κόστος του τελικού προϊόντος, κόστος εργασίας, κατάλληλες υποδομές κλπ, κλπ. Σχεδόν όλοι αυτοί οι συντελεστές είναι δεδομένοι, και τα ανταγωνιζόμενα για προσέλκυση επενδύσεων κράτη δεν μπορούν να τους αλλάξουν καθόλου ή δεν μπορούν να τους αλλάξουν σε σύντομο διάστημα. Αντίθετα, οι φορολογικοί συντελεστές αλλάζουν κατά βούληση και αλλάζουν αμέσως!

Προφανώς, όταν ανταγωνιζόμενα προϊόντα έχουν παραχθεί σε διαφορετικά κράτη, με διαφορετικούς φορολογικούς συντελεστές, τότε τα παραχθέντα στο κράτος με τους χαμηλότερους φορολογικούς συντελεστές έχουν ανταγωνιστικό πλεονέκτημα έναντι των παραχθέντων στα κράτη με τους υψηλότερους! Στις σημερινές συνθήκες, κάθε ένας συντελεστής, που «συνεισφέρει», έστω και λίγο, στην δημιουργία ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος μπορεί να αποβεί καθοριστικός για την επιλογή ενός κράτους αντί άλλου. Αυτό συμβαίνει για δύο λόγους: α) Όπως εξηγήθηκε πιο πάνω, από όλους τους σχετικούς συντελεστές, η φορολόγηση είναι ο μόνος που τα κράτη μπορούν να αλλάζουν κατά βούληση. β) Στις αγορές, που απευθύνονται τα προϊόντα των επενδύσεων αυτού του είδους, ο διεθνής ανταγωνισμός είναι τόσο έντονος, που οι αποδόσεις είναι ήδη συμπιεσμένες προς τα ελάχιστα αποδεκτά όρια. Στην πραγματικότητα, έχει ήδη δημιουργηθεί μία γενική διστακτικότητα έως απροθυμία των επενδυτών να αναλάβουν το όλο και αυξανόμενο ρίσκο για τόσο χαμηλές αποδόσεις.

Ανακεφαλαιώνοντας:
-Οι επενδύσεις, ή γίνονται ή δεν γίνονται και αυτές, που δεν γίνονται, σπανίως ανακοινώνονται.
-Η φορολόγηση των κερδών, κατ’ αρχήν, επηρεάζει σημαντικά έως πολύ σημαντικά, την απόδοση κάθε επένδυσης.
-Το ύψος των συντελεστών φορολόγησης μπορεί να μειώνει την προσδοκώμενη απόδοση κάτω από το ελάχιστο όριο, που χρειάζονται οι επενδυτές, για να αναλάβουν το ρίσκο, οπότε η επένδυση χάνεται.
-Αυτό συμβαίνει συχνά, στις σημερινές συνθήκες του παγκόσμιου ανταγωνισμού, που οι αποδόσεις κινούνται στα όρια μεταξύ αποδεκτού και μη αποδεκτού.
-Οι χαμηλοί συντελεστές λειτουργούν και ως «κράχτες», όπως οι κράχτες του ενός φτηνού προϊόντος, για «να μπούμε στο μαγαζί»!
-Η ελκυστικότητα των χαμηλών συντελεστών αυξάνει και από το γεγονός, ότι είναι αρκετά εύκολη η νόμιμη μεταφορά κερδών προς το κράτος, που τους έχει.
-Κατά την άποψη των επενδυτών, είναι ένας από τους σημαντικότερους συντελεστές δημιουργίας φιλικού (ή εχθρικού) περιβάλλοντος για επενδύσεις (η σημασία του οποίου υποτιμάται τραγικά στη χώρα μας)
-Γενικότερα, η «ψυχολογική» σημασία της φορολόγησης των κερδών είναι ακόμη πιο σύνθετη και λειτουργεί ως «αντι–κράχτης», επειδή, αντίθετα με τα λοιπά «βασικά κόστη», ο φόρος δεν επιβάλλεται από τις αγορές, αλλά «αυθαιρέτως» από τα κράτη! «Δεν αρκεί, που τα κέρδη ήταν κάτω του στόχου, πρέπει να φορολογηθούν κι από πάνω!»

Αν, τώρα, σκεφτούμε, ποιες συνθήκες, στην Ελλάδα, δημιουργούν στους υποψήφιους επενδυτές ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα, και ποιες το αντίθετο, τότε… . Ίσως, στο σημείο αυτό, αξίζει να αναφερθεί κάτι, που αναφέρει ο διάσημος Άλαν Γκίνσπαν, πρώην πρόεδρος της κεντρικής τράπεζας των ΗΠΑ, στο βιβλίο του Η ΕΠΟΧΗ ΤΩΝ ΑΝΑΤΑΡΑΞΕΩΝ: «…όταν λέω ‘’προσαρμοσμένες ως προς το ρίσκο αποδόσεις’’ αναφέρομαι στον κίνδυνο που υπάρχει στις αναπτυσσόμενες χώρες, και σε ορισμένες αναπτυγμένες επίσης, για απροσχημάτιστη κατάσχεση των επενδύσεων ή ουσιαστική ακύρωσή τους μέσω εξοντωτικών κανονισμών, παράλογων φόρων, επιλεκτικής εφαρμογής του νόμου, ή αχαλίνωτης διαφθοράς. … Η διαφθορά επιπλέον προσθέτει έναν σημαντικό παράγοντα στο κόστος της ιδιοκτησίας.»

Επομένως, είναι τουλάχιστον επιπόλαιο να υποτιμάται η σημασία της φορολόγησης κερδών επειδή είναι «μόνον ένας» συντελεστής!

Κλείνοντας, ίσως θα έπρεπε να επισημανθεί, ότι οι προνομιούχοι έχουν επιλογές, οι μη προνομιούχοι δεν έχουν. Αυτό ίσχυε πάντοτε αλλά η παγκοσμιοποίηση και η Ένωση της Ευρώπης διεύρυναν αυτές τις επιλογές. Ο ταλαντούχος ποδοσφαιριστής, επιστήμονας, Manager ή golden boy, ο ταλαντούχος καλλιτέχνης κλπ επιλέγουν από τις προσφορές που τους γίνονται και το ίδιο κάνει και το περιζήτητο για επενδύσεις «κεφάλαιο»! Είτε μας αρέσει είτε όχι, επιβάλλουν τους όρους τους, δεν αποδέχονται όρους που δεν τους είναι αρεστοί, γιατί έχουν επιλογές. Αν αιφνιδιαστούν, αναγκάζονται να «υποκύψουν», όμως με την πρώτη ευκαιρία, που πάντοτε παρουσιάζεται στη συνέχεια, «αντιδρούν». Η Ελβετία υπέκυψε στις πιέσεις των ΗΠΑ και απεκάλυψε στο IRS κάποιους Αμερικανούς φοροφυγάδες! Ε, και λοιπόν; Η Σιγκαπούρη εξελίσσεται ήδη στον νέο παράδεισο για εταιρείες – οχήματα φοροδιαφυγής… !

Αναγνώστες