Πληροφορίες

Η φωτογραφία μου
Αγία Παρασκευή, Αττικής, Greece
Πολλά από όσα συμβαίνουν γύρω μου με εξοργίζουν, λιγότερο ή περισσότερο. Γράφοντας τις σκέψεις μου δεν βαυκαλίζομαι και δεν πιστεύω ότι θα αλλάξει κάτι απ’ όλα αυτά. Στην καλύτερη περίπτωση, ίσως βοηθήσω τους μη ειδικούς, να κατανοήσουν καλύτερα αυτά τα τόσο σοβαρά και σημαντικά για τη ζωή μας θέματα. Γνωρίζω ότι όλοι , χωρίς καμία εξαίρεση, είμαστε ημιμαθείς, εκτός από τον τομέα της εξειδίκευσής μας και παρ’ όλο που, ΟΛΑ τα θέματα για τα οποία γράφω δεν είναι ακριβώς της εξειδίκευσής μου, τολμώ να τα δημοσιεύσω επειδή είναι σχετικά με αυτή και, κυρίως, με έχουν απασχολήσει πολύ σοβαρά .

Τρίτη 30 Νοεμβρίου 2010

Φορολόγηση Κερδών και Επενδύσεις

ΦΟΡΟΛΟΓΗΣΗ ΚΕΡΔΩΝ και ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ

Το θέμα έρχεται συχνά στην επικαιρότητα και όσα ακούγονται και, πολλές φορές γράφονται, αντί να διαφωτίζουν, μάλλον αυξάνουν τις σχετικές απορίες όσων δεν έχουν ανάλογες ειδικές γνώσεις. Σκέφτηκα, λοιπόν, να προσπαθήσω για το αντίθετο με την σύντομη παρουσίαση που ακολουθεί.

Όλοι γνωρίζουμε, ότι προκειμένου να επενδύσουμε τα χρήματά μας θα λάβουμε υπ’ όψη μας την απόδοση και το ρίσκο. Όσοι έχουν ασχοληθεί σοβαρά με επενδύσεις θα σας διαβεβαιώσουν, ότι η απόφαση για επένδυση λαμβάνεται πάντοτε με βάση ένα και μόνο κριτήριο: την προσδοκώμενη απόδοση του επενδυόμενου κεφαλαίου, σε συνάρτηση με το ρίσκο απώλειας όλου ή μέρους του κεφαλαίου αυτού. Η απόδοση, κατά τα διεθνώς κρατούντα, προκύπτει από το καθαρό κέρδος μετά από φόρους. Αξίζει να σημειωθεί σχετικά, ότι ο ιστορικός και κοινωνιολόγος Ιμμάνουελ Βάλερστάΐν χαρακτηρίζει τη φορολογία ως ένα από «τα τρία βασικά κόστη του κεφαλαίου» (το κόστος προσωπικού, το κόστος εισροών και το κόστος φορολογίας). Μία προφανής σημασία αυτού του χαρακτηρισμού είναι ότι, όπως κάθε άλλο κόστος, έτσι και ο φόρος, πρέπει να ανακτηθεί μέσω των τιμών πώλησης, ώστε το προκύπτον κέρδος μετά από φόρους να δίνει ικανοποιητική απόδοση στο επενδυμένο κεφάλαιο.

Ούτως εχόντων των πραγμάτων, γίνεται προφανές, ότι η φορολόγηση κερδών (η/και μερισμάτων, για τους επενδυτές είναι ένα και το αυτό), κατ’ αρχήν, έχει την ίδια σημασία, που έχει κάθε άλλο στοιχείο κόστους: Αν μπορεί να αποφευχθεί ή να μειωθεί αυξάνεται η απόδοση! Αξίζει να σημειωθεί, ότι η μείωση της απόδοσης μίας επένδυσης, λόγω φορολόγησης είναι ευθέως ανάλογη με το ύψος των συντελεστών φορολόγησης κερδών: Δηλαδή, φορολόγηση με 10% μειώνει την απόδοση κατά 10%, πχ από 12% σε 10,8%, φορολόγηση με 20% μειώνει την απόδοση κατά 20%, πχ από 9% σε 7,2%, κοκ. Προφανώς η μείωση της απόδοσης λόγω φορολόγησης των κερδών είναι από σημαντική έως σημαντικότατη! Πρέπει να σημειωθεί, όμως και κάτι ακόμη: Οι επενδύσεις μοιάζουν με την …εγκυμοσύνη, δηλαδή ή γίνονται ή δεν γίνονται! Και επειδή οι περιπτώσεις, που γνωστοποιούνται οι επενδύσεις που δεν έγιναν είναι σπάνιες, δημιουργείται η σχετική σύγχυση.

Ουσιαστικά, η διερεύνηση θα μπορούσε να έχει τελειώσει εδώ! Πρέπει, όμως, να συνεχιστεί, αν μη τι άλλο, προκειμένου να αναδειχθεί καλύτερα, το πότε και το γιατί δεν γίνονται επενδύσεις λόγω της φορολογικής πολιτικής. Το «γιατί» είναι εύκολο να απαντηθεί: όταν η φορολόγηση μειώνει την προσδοκώμενη απόδοση κάτω από το ελάχιστο όριο, που χρειάζεται ο επενδυτής προκειμένου να αναλάβει το συγκεκριμένο ρίσκο, τότε η επένδυση δεν γίνεται. Το «πότε» συμβαίνει αυτό, είναι πιο σύνθετο ερώτημα και η απάντηση εξαρτάται από διάφορες συνθήκες:

Γενικά και για όλα τα είδη επενδύσεων, ισχύουν τα εξής: Έτσι όπως λειτουργεί η οικονομία, όσο πιο ακριβό είναι ένα προϊόν, τόσο περισσότερο κινδυνεύει ανταγωνιστικά από παρόμοια προϊόντα, που λειτουργούν ως «υποκατάστατα». Οι καταναλωτές, εκτός από την επιλογή της αγοράς υποκατάστατων προϊόντων έχουν και την επιλογή της μη αγοράς. Ακόμη και τα μονοπώλια δεν μπορούν να αυξάνουν τις τιμές τους, πέρα από κάποιο όριο. Όλα αυτά σημαίνουν, ότι και όταν, κατ αρχάς, το συνολικό κόστος μπορεί να ανακτηθεί μέσω των τιμών πώλησης, η αύξηση του κόστους αυξάνει τη δυσκολία ανάκτησής του. Αυτό, με τη σειρά του, αυξάνει το ρίσκο, επομένως οι επενδυτές χρειάζονται μεγαλύτερη απόδοση για να το αναλάβουν, οπότε η επένδυση δεν γίνεται! Στη σχέση απόδοση προς ρίσκο, είτε μειωθεί η απόδοση είτε αυξηθεί το ρίσκο, το αποτέλεσμα είναι το ίδιο.

Ειδικά για επενδύσεις, που μπορεί να γίνουν μόνο σε ένα κράτος, όπως πχ για εκμετάλλευση μιας από τις πρώην Ολυμπιακές εγκαταστάσεις, για εκμετάλλευση ιαματικών πηγών κλπ. ισχύουν μόνο τα πιο πάνω.

Ειδικότερα για επενδύσεις, που μπορεί να γίνουν είτε σε ένα, είτε σε άλλο κράτος, δηλαδή, στις περισσότερες των περιπτώσεων, η σημασία του ύψους των φορολογικών συντελεστών είναι, συνήθως, σχεδόν καθοριστική. Τα εργοστάσια για την παραγωγή σχεδόν όλων των προϊόντων ευρείας κατανάλωσης, είναι μονάδες με παραγωγική ικανότητα, που μπορεί να καλύπτουν τις ανάγκες πολλών αγορών (μονάδες, που έχουν το μέγεθος, που δημιουργεί τις «ιδανικές οικονομίες κλίμακας» κλπ). Προφανώς, η επιλογή του κράτους για την εγκατάσταση μιας τέτοιας παραγωγικής μονάδας απαιτεί τη λύση ενός σύνθετου αλγόριθμου. Οι συντελεστές, που επηρεάζουν την απόδοση μιας επένδυσης είναι πολλοί και με διαφορετική βαρύτητα για διαφορετικού είδους επενδύσεις: Γειτνίαση στις αγορές καταναλωτών, ειδικό βάρος κάθε μιας τέτοιας αγοράς, γειτνίαση στις αγορές πρώτων υλών, ειδικό βάρος του κόστους πρώτων υλών στο συνολικό κόστος του τελικού προϊόντος, κόστος εργασίας, κατάλληλες υποδομές κλπ, κλπ. Σχεδόν όλοι αυτοί οι συντελεστές είναι δεδομένοι, και τα ανταγωνιζόμενα για προσέλκυση επενδύσεων κράτη δεν μπορούν να τους αλλάξουν καθόλου ή δεν μπορούν να τους αλλάξουν σε σύντομο διάστημα. Αντίθετα, οι φορολογικοί συντελεστές αλλάζουν κατά βούληση και αλλάζουν αμέσως!

Προφανώς, όταν ανταγωνιζόμενα προϊόντα έχουν παραχθεί σε διαφορετικά κράτη, με διαφορετικούς φορολογικούς συντελεστές, τότε τα παραχθέντα στο κράτος με τους χαμηλότερους φορολογικούς συντελεστές έχουν ανταγωνιστικό πλεονέκτημα έναντι των παραχθέντων στα κράτη με τους υψηλότερους! Στις σημερινές συνθήκες, κάθε ένας συντελεστής, που «συνεισφέρει», έστω και λίγο, στην δημιουργία ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος μπορεί να αποβεί καθοριστικός για την επιλογή ενός κράτους αντί άλλου. Αυτό συμβαίνει για δύο λόγους: α) Όπως εξηγήθηκε πιο πάνω, από όλους τους σχετικούς συντελεστές, η φορολόγηση είναι ο μόνος που τα κράτη μπορούν να αλλάζουν κατά βούληση. β) Στις αγορές, που απευθύνονται τα προϊόντα των επενδύσεων αυτού του είδους, ο διεθνής ανταγωνισμός είναι τόσο έντονος, που οι αποδόσεις είναι ήδη συμπιεσμένες προς τα ελάχιστα αποδεκτά όρια. Στην πραγματικότητα, έχει ήδη δημιουργηθεί μία γενική διστακτικότητα έως απροθυμία των επενδυτών να αναλάβουν το όλο και αυξανόμενο ρίσκο για τόσο χαμηλές αποδόσεις.

Ανακεφαλαιώνοντας:
-Οι επενδύσεις, ή γίνονται ή δεν γίνονται και αυτές, που δεν γίνονται, σπανίως ανακοινώνονται.
-Η φορολόγηση των κερδών, κατ’ αρχήν, επηρεάζει σημαντικά έως πολύ σημαντικά, την απόδοση κάθε επένδυσης.
-Το ύψος των συντελεστών φορολόγησης μπορεί να μειώνει την προσδοκώμενη απόδοση κάτω από το ελάχιστο όριο, που χρειάζονται οι επενδυτές, για να αναλάβουν το ρίσκο, οπότε η επένδυση χάνεται.
-Αυτό συμβαίνει συχνά, στις σημερινές συνθήκες του παγκόσμιου ανταγωνισμού, που οι αποδόσεις κινούνται στα όρια μεταξύ αποδεκτού και μη αποδεκτού.
-Οι χαμηλοί συντελεστές λειτουργούν και ως «κράχτες», όπως οι κράχτες του ενός φτηνού προϊόντος, για «να μπούμε στο μαγαζί»!
-Η ελκυστικότητα των χαμηλών συντελεστών αυξάνει και από το γεγονός, ότι είναι αρκετά εύκολη η νόμιμη μεταφορά κερδών προς το κράτος, που τους έχει.
-Κατά την άποψη των επενδυτών, είναι ένας από τους σημαντικότερους συντελεστές δημιουργίας φιλικού (ή εχθρικού) περιβάλλοντος για επενδύσεις (η σημασία του οποίου υποτιμάται τραγικά στη χώρα μας)
-Γενικότερα, η «ψυχολογική» σημασία της φορολόγησης των κερδών είναι ακόμη πιο σύνθετη και λειτουργεί ως «αντι–κράχτης», επειδή, αντίθετα με τα λοιπά «βασικά κόστη», ο φόρος δεν επιβάλλεται από τις αγορές, αλλά «αυθαιρέτως» από τα κράτη! «Δεν αρκεί, που τα κέρδη ήταν κάτω του στόχου, πρέπει να φορολογηθούν κι από πάνω!»

Αν, τώρα, σκεφτούμε, ποιες συνθήκες, στην Ελλάδα, δημιουργούν στους υποψήφιους επενδυτές ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα, και ποιες το αντίθετο, τότε… . Ίσως, στο σημείο αυτό, αξίζει να αναφερθεί κάτι, που αναφέρει ο διάσημος Άλαν Γκίνσπαν, πρώην πρόεδρος της κεντρικής τράπεζας των ΗΠΑ, στο βιβλίο του Η ΕΠΟΧΗ ΤΩΝ ΑΝΑΤΑΡΑΞΕΩΝ: «…όταν λέω ‘’προσαρμοσμένες ως προς το ρίσκο αποδόσεις’’ αναφέρομαι στον κίνδυνο που υπάρχει στις αναπτυσσόμενες χώρες, και σε ορισμένες αναπτυγμένες επίσης, για απροσχημάτιστη κατάσχεση των επενδύσεων ή ουσιαστική ακύρωσή τους μέσω εξοντωτικών κανονισμών, παράλογων φόρων, επιλεκτικής εφαρμογής του νόμου, ή αχαλίνωτης διαφθοράς. … Η διαφθορά επιπλέον προσθέτει έναν σημαντικό παράγοντα στο κόστος της ιδιοκτησίας.»

Επομένως, είναι τουλάχιστον επιπόλαιο να υποτιμάται η σημασία της φορολόγησης κερδών επειδή είναι «μόνον ένας» συντελεστής!

Κλείνοντας, ίσως θα έπρεπε να επισημανθεί, ότι οι προνομιούχοι έχουν επιλογές, οι μη προνομιούχοι δεν έχουν. Αυτό ίσχυε πάντοτε αλλά η παγκοσμιοποίηση και η Ένωση της Ευρώπης διεύρυναν αυτές τις επιλογές. Ο ταλαντούχος ποδοσφαιριστής, επιστήμονας, Manager ή golden boy, ο ταλαντούχος καλλιτέχνης κλπ επιλέγουν από τις προσφορές που τους γίνονται και το ίδιο κάνει και το περιζήτητο για επενδύσεις «κεφάλαιο»! Είτε μας αρέσει είτε όχι, επιβάλλουν τους όρους τους, δεν αποδέχονται όρους που δεν τους είναι αρεστοί, γιατί έχουν επιλογές. Αν αιφνιδιαστούν, αναγκάζονται να «υποκύψουν», όμως με την πρώτη ευκαιρία, που πάντοτε παρουσιάζεται στη συνέχεια, «αντιδρούν». Η Ελβετία υπέκυψε στις πιέσεις των ΗΠΑ και απεκάλυψε στο IRS κάποιους Αμερικανούς φοροφυγάδες! Ε, και λοιπόν; Η Σιγκαπούρη εξελίσσεται ήδη στον νέο παράδεισο για εταιρείες – οχήματα φοροδιαφυγής… !

Κυριακή 12 Σεπτεμβρίου 2010

Yes, we can! ή, Ναι, γίνεται!

 Επιστολή προς: kathimerini@kathimerini.gr 12 Νοεμβρίου 2010

Κύριε Διευθυντά
Yes, we can!  ή,  Ναι, γίνεται!

Το να παίρνεις ιδέες από άλλους είναι καλό. Το να μιμείσαι άλλους είναι κακό. Το να φαντασιώνεσαι ότι είσαι ο άλλος μπορεί να οδηγήσει σε τραγωδία!

Δεν μπορώ ακόμη να κρίνω τι από τα τρία κάνει ο Πρωθυπουργός μας, απλώς ελπίζω και εύχομαι να είναι το πρώτο. Ο λόγος του στην ΔΕΘ, επιεικώς διατυπωμένο, περιείχε εμφανώς ιδέες Obama (και Kennedy). Για να αναφέρω μόνο μία: Το εκπαιδευτικό μας σύστημα θα μεταμορφωθεί τόσο, που αντί να εξάγουμε φοιτητές θα «εξάγουμε» πανεπιστημιακά μαθήματα σε ξένους φοιτητές, που θα μας φέρνουν και το συνάλλαγμά τους.

Ίσως, περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, χρειαζόμαστε ένα όραμα. Όμως, όταν ο Obama έλεγε «Yes, we can!» εκατομμύρια Αμερικανοί (και εγώ και άλλοι στον κόσμο) δάκρυζαν. Όταν ο Πρωθυπουργός έλεγε «Ναι, γίνεται!» ακουγόταν σαν ένα έξυπνο επικοινωνιακό σλόγκαν… .

Τελικά, ΑΝ καταφέρει να βρει τους κατάλληλους συνεργάτες (που , μέχρι στιγμής δεν το έχει) και ΑΝ καταφέρει να τους εμπνεύσει και ΑΝ καταφέρουν να εξουδετερώσουν τους τόσο πολλούς και τόσο ισχυρούς που «αντιμάχονται» κάθε προσπάθεια «εκσυγχρονισμού» και ΑΝ και ΑΝ… Ναι, γίνεται!
 
Προσωπικά (και, φαντάζομαι, όλοι οι μη διαπλεκόμενοι, οι μη λαδωνόμενοι, οι μη βολεμένοι και όλοι οι άλλοι «μη…») ελπίζω, εύχομαι και θα προσεύχομαι να γίνουν έστω και τα μισά από όσα είπε ότι οραματίζεται. Αμήν!

..

Τετάρτη 19 Μαΐου 2010

Δεν Είμαστε Όλοι Ίδιοι!

Δεν Είμαστε Όλοι Ίδιοι!

Ολοκλήρωσα την ανάλυσή μου. Δεν είμαστε όλοι ίδιοι! Αρχίζοντας από εποχής Αντρέα, υπάρχουν τριών κατηγοριών πολιτικοί (από όποιον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, που κάποτε έκανε «βαρυσήμαντες» δηλώσεις, αλλά ποτέ δεν τόλμησε μια υπέρβαση των «θεσμοθετημένων ορίων» του, μέχρι όποιον σύμβουλο της μικρότερης κοινότητας) όπως υπάρχουν και τριών κατηγοριών πολίτες – με βάση πράξεις, όχι λόγια.  

1η Κατηγορία:

Πολιτικοί. Αυτοί που «τα έκαναν» (τα ανοσιουργήματα, από το «απλό» βόλεμα του δικού τους παιδιού μέχρι τη μεγάλη διαπλοκή και τις μεγάλες ρεμούλες)
Οι «πωρωμένοι». (Πώρωση = ηθική αναισθησία ή έλλειψη κάθε ηθικού ενδοιασμού).

Πολίτες. Αυτοί που «τα έκαναν» (τα ανοσιουργήματα, από το «απλό» χωρίς απόδειξη και χωρίς ΦΠΑ μέχρι τη μεγάλη φοροδιαφυγή, τη μεγάλη διαπλοκή και τις μεγάλες ρεμούλες)
Οι «πωρωμένοι». (Πώρωση = ηθική αναισθησία ή έλλειψη κάθε ηθικού ενδοιασμού).
Φυσικά, πάντα ψήφιζαν το εκάστοτε κόμμα «τους».  

2η Κατηγορία:


Πολιτικοί. Αυτοί που τα έβλεπαν αλλά καθησύχαζαν την όποια συνείδησή τους με τη Σημίτεια –ιστορική πλέον- ρήση «αυτή είναι η Ελλάδα», ή, το «αυτή είναι η πολιτική», ή παρόμοιες εκλογικεύσεις. Έτσι, αντί να καταγγείλουν, να ουρλιάξουν, να παραιτηθούν, πήγαιναν για… ύπνο.
Οι, επιεικώς, ανεπαρκείς ως πολιτικοί. Μάλλον η μεγάλη πλειοψηφία.

Πολίτες. Αυτοί που τα έβλεπαν αλλά καθησύχαζαν την όποια συνείδησή τους με τη Σημίτεια –ιστορική πλέον- ρήση «αυτή είναι η Ελλάδα», ή, το «τι μπορώ να κάνω εγώ;», ή παρόμοιες εκλογικεύσεις. Έτσι αντί να καταγγείλουν, (ένα από τα Ελληνικά κόμπλεξ: η καταγγελία στις «Αρχές», ακόμη και των παρανομούντων, είναι «χαφιεδισμός», «ρουφιανιά»…) πήγαιναν για… ύπνο.
Οι, επιεικώς, ανεπαρκείς ως πολίτες. Μάλλον η μεγάλη πλειοψηφία.


3η Κατηγορία:


Πολιτικοί. Αυτοί που –αν υπάρχουν και τέτοιοι- ήταν τόσο ηλίθιοι, τόσο ανίκανοι να αντιληφθούν τι συνέβαινε γύρω τους ή τόσο «απορροφημένοι» με τον μικρόκοσμό τους, που «ναρκώνονταν» το όποιο ήθος τους για να ασχοληθούν με οτιδήποτε άλλο.
Οι μη-πολιτικοί, οι nobody’s.
Πολίτες. Αυτοί που –αν υπάρχουν και τέτοιοι- ήταν τόσο ηλίθιοι, τόσο ανίκανοι να αντιληφθούν τι συνέβαινε γύρω τους ή τόσο φανατισμένοι με το κόμμα «τους», που, εκλογικεύοντας, συγχωρούσαν τα πάντα, αφού «οι άλλοι δεν είναι καλύτεροι».
Φυσικά, πάντα ψήφιζαν το κόμμα «τους».
Οι μη-πολίτες, οι nobody’s.


Προσωπικά (και, νομίζω, οι περισσότεροι και πολιτικοί και πολίτες) μετακινούμουν εναλλάξ μεταξύ 1ης κατηγορίας (χωρίς απόδειξη, χωρίς ΦΠΑ – είμαι βέβαιος ότι η «ελαστικότητα» της ηθικής μου σταματάει κάπου εκεί…) και 2ης κατηγορίας («τι μπορώ να κάνω εγώ;» - άλλοτε εκλογίκευση, άλλοτε πραγματική απόγνωση).

Ώρα να κοιταχτούμε στον καθρέφτη… .           

Μόνο μία εξουσία μπορεί «να τα βάλει» με την εξουσία.

Επιστολή προς: kathimerini@kathimerini.gr 18 Μαΐου 2010

Κύριε Διευθυντά

ΟΙ ΝΕΟΙ ΦΑΚΕΛΟΙ

Σε κάποιο σημείο της χθεσινής παρουσίασης των «φακέλων» έγινε σαφές ότι τα χρέη των νοσοκομείων μάλλον ήταν κατά 3,5 δις ευρώ υψηλότερα από το δηλωθέν ποσό στην Eurostat, απλώς, (πέρα από την όποια κουτοπονηριά) κανείς δεν γνώριζε με βεβαιότητα! Κανείς δεν γνωρίζει με βεβαιότητα πόσοι και γιατί μισθοδοτούνται από το κράτος. Ο κύριος Αλογοσκούφης έκανε «απογραφή» και «ανεκάλυψε» διάφορα. Η νέα κυβέρνηση «ανεκάλυψε» ότι το έλλειμμα ήταν μεγαλύτερο. Δεν έχει τέλος… .


Κάθε πρωτοετής του management γνωρίζει ότι διοίκηση χωρίς ακριβείς πληροφορίες είναι αδύνατη. Η κυβέρνηση μοιάζει να αντιλαμβάνεται (μέχρι στιγμής, απλώς μοιάζει) τι πρέπει να γίνει και καθημερινά ακούμε διάφορα «θα». Τα εμπόδια που θα συναντήσει μέχρι την υλοποίηση των «θα» είναι πάρα πολλά και γνωστά και εδώ χρειάζεται η δική σας, όλων των ΜΜΕ, συμβολή.


Πρέπει, όχι μόνο να συνεχίσετε να παρουσιάζετε τα κακώς κείμενα, αλλά και να αναλάβετε τον ρόλο (που, υπό ομαλές συνθήκες, δεν ανήκει στα ΜΜΕ) του follow-up. Πολλά ΜΜΕ, με την ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ να πρωτοστατεί, καυτηριάζουν τα της Βουλής – ένα παράδειγμα- αλλά ο κύριος Πετσάλνικος φαίνεται να ζει στο παρελθόν, όταν με λίγη «στάχτη στα μάτια» ξεμπέρδευαν με τη λαϊκή δυσφορία, που τώρα είναι οργή. Μην σταματάτε μέχρι να γίνει αυτό που πρέπει.


Νοιώθω, όπως οι περισσότεροι Έλληνες, «εγκλωβισμένος», χωρίς δυνατότητες αντίδρασης. Η ψήφος μας δεν μετράει. Προφανώς, στη δημοκρατία μας υπάρχουν αδιέξοδα. Μόνο μία εξουσία μπορεί «να τα βάλει» με την εξουσία. Ακόμη –ακόμη - δεν είμαι έτοιμος να «κάψω το μπορντέλο τη βουλή» και ψάχνω για φως στην άκρη του τούνελ. Θα το ανάψετε;

Σάββατο 1 Μαΐου 2010

Τα προνόμια των αρχόντων μας

Επιστολή προς: kathimerini@kathimerini.gr 1 Μαΐου 2010

Κύριε Διευθυντά 

Τα προνόμια των αρχόντων μας

Μήπως ήρθε η ώρα να ανοίξετε, εσείς που έχετε βήμα, έναν ευρύ δημόσιο διάλογο, σχετικά με τα πάσης φύσεως προνόμια των πάσης φύσεως αρχόντων μας; Ένας δήμαρχος, που «υπηρέτησε την πατρίδα», μετά από 2 τετραετίες στην Κολοπετινίτσα των 27 κατοίκων παίρνει ισόβια σύνταξη! Το νέο συνταξιοδοτικό, επί τέλους, θα προβλέπει σύνταξη με βάση τα πραγματικά έτη εργασίας – για τους υπηκόους. 

Φυσικά, ούτε γνωρίζω όλα τα είδη και όλες τις κατηγορίες αρχόντων, ούτε υποψιάζομαι καν όλα τα είδη και όλες τις κατηγορίες προνομίων, υλικών τε και άυλων, θεσμοθετημένων τε και μη. Και για τα «μη θεσμοθετημένα» δεν μπορούμε να κάνουμε και πολλά πράγματα… . Για τη θεσμοθετημένη, όμως, ασυλία βουλευτών, μη-ευθύνη υπουργών (που όλες οι αντιπολιτεύσεις υπόσχονται να διορθώσουν μόλις γίνουν κυβέρνηση…) κλπ, κλπ. Θα γίνει ποτέ κάτι;

 Με τιμή
 Συμεών Ρωμύλος                 
 Θεμιστοκλέους 37 Αγία Παρασκευή Αττικής 15342

Δευτέρα 15 Φεβρουαρίου 2010

ΠΟΙΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΚΡΑΤΟΣ?

ΠΟΙΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΚΡΑΤΟΣ?

#######################################################################################################################################################
Συμπέρασμα:
«Ενδυνάμωση του κοινωνικού Κράτους
δεν επιτυγχάνεται με τη μεγέθυνσή του,
αλλά, αντιθέτως, με περιορισμό του μεγέθους του
και αλλαγή φιλοσοφίας, στόχων και μεθόδου
αναδιανομής του εισοδήματος, ώστε να διασφαλίζεται
μεγιστοποίηση της αποτελεσματικότητας στη διαχείριση των πόρων!»
#######################################################################################################################################################

Η πραγματικότητα είναι ότι ανήκουμε στην παγκοσμιοποιημένη, καπιταλιστική οικονομία, που σημαίνει ότι, ή απομονωνόμαστε, όπως στο παρελθόν η Αλβανία, ή προσαρμοζόμαστε αναλόγως στα δεδομένα της. Μετά την πρόσφατη κρίση, διαφαίνονται κάποιες δειλές πρωτοβουλίες για να αλλάξουν κάποια από αυτά τα δεδομένα, αλλά και αυτές οι αλλαγές, αν ποτέ γίνουν (πχ. αυστηρότερος έλεγχος της συμπεριφοράς των τραπεζών) δεν θα επηρεάσουν τα πιο κάτω, που είναι στη «φύση» του καπιταλισμού.

Δεδομένα

Δεδομένο πρώτο: Οι προνομιούχοι έχουν επιλογές, οι μη προνομιούχοι δεν έχουν. Αυτό ίσχυε πάντοτε αλλά η παγκοσμιοποίηση διεύρυνε αυτές τις επιλογές. Ο ταλαντούχος ποδοσφαιριστής, επιστήμονας, Manager ή golden boy, ο ταλαντούχος καλλιτέχνης κλπ επιλέγουν από τις προσφορές που τους γίνονται και το ίδιο κάνει και το περιζήτητο για επενδύσεις «κεφάλαιο»! Είτε μας αρέσει είτε όχι, επιβάλλουν τους όρους τους, δεν αποδέχονται όρους που δεν τους είναι αρεστοί, γιατί έχουν επιλογές. Αν αιφνιδιαστούν, αναγκάζονται να «υποκύψουν», όμως με την πρώτη ευκαιρία, που πάντοτε παρουσιάζεται στη συνέχεια, αντιδρoύν… . Βέβαια, υπάρχουν και οι οιονεί προνομιούχοι αυτοί, δηλαδή, που ενώ δεν είναι προικισμένοι και περιζήτητοι, μπορούν να επιβάλλουν τους όρους τους με «τσαμπουκά», κλείνοντας δρόμους ή λιμάνια, κατεβάζοντας διακόπτες κλπ. Αυτό, όμως, είναι μία κοινωνικοπολιτική ανωμαλία, που δεν έχει σχέση με τους νόμους λειτουργίας της οικονομίας!

Δεδομένο δεύτερο: Ο τρόπος που λειτουργεί η οικονομία έχει σαν αποτέλεσμα κάθε κόστος ή επιβάρυνση να μετακυλίεται στις τιμές των προϊόντων ή υπηρεσιών και να «απορροφάται» από τον τελικό χρήστη. Όλοι οι φόροι, δασμοί, τέλη κλπ είναι το ίδιο με κάθε άλλο στοιχείο κόστους και, το ίδιο με κάθε άλλο στοιχείο κόστους, μετακυλίονται στις τιμές. Οι μόνοι φόροι που δεν μετακυλίονται στις τιμές είναι αυτοί που επιβάλλονται σε μη προνομιούχα, δηλαδή μη έχοντα επιλογές φοροαποφυγής ή μετακύλισης του φόρου, φυσικά πρόσωπα. (π.χ. φόρος εισοδήματος, περιουσίας, τέλη κυκλοφορίας σε μη επαγγελματικά οχήματα κλπ). Όπως θα εξηγηθεί αμέσως πιο κάτω, ακόμη και ο φόρος επί των κερδών και των μερισμάτων μετακυλίεται στις τιμές και, τελικά, «τον πληρώνουν» οι καταναλωτές!
________________________
Σημείωση: Ο ιστορικός και κοινωνιολόγος Ιμμάνουελ Βάλερστάΐν χαρακτηρίζει τη φορολογία ως ένα από «τα τρία βασικά κόστη του κεφαλαίου»: το κόστος προσωπικού, το κόστος εισροών και το κόστος φορολογίας.

Για να γίνει αυτό ευκολότερα κατανοητό ας υποτεθεί, ότι το κράτος ανακοίνωνε ότι προτίθεται να χορηγήσει μία άδεια για την ίδρυση μίας επιχείρησης, που θα λειτουργούσε ως μονοπώλιο, θα καθόριζε κατά βούληση τις τιμές πώλησης των προϊόντων της, αλλά το κέρδος της θα φορολογείτο με συντελεστή 90%. Σε μια τέτοια περίπτωση θα υπήρχαν πολλοί πρόθυμοι υποψήφιοι επενδυτές, αν οι λοιπές συνθήκες της συγκεκριμένης αγοράς (π.χ. ανταγωνισμός από ομοειδή ή «υποκατάστατα» προϊόντα) θα τους επέτρεπαν να χρεώνουν αρκετά υψηλές τιμές. Τόσο υψηλές, ώστε το καθαρό κέρδος, ΜΕΤΑ από το 90% φόρους, θα αποτελούσε την ελκυστικότερη απόδοση από όλες τις διαθέσιμες επιλογές επένδυσης. 

Η επιλογή, μεταξύ πολλών, μίας (νέας, ή διατήρησης μίας υπάρχουσας) επένδυσης λαβαίνεται ΠΑΝΤΟΤΕ με βάση ΜΟΝΟ ένα κριτήριο: την προσδοκώμενη απόδοση του επενδυόμενου κεφαλαίου, σε συνάρτηση με το ρίσκο της κάθε μίας. Και, κατά τα διεθνώς κρατούντα, η απόδοση προκύπτει από το καθαρό κέρδος, ΜΕΤΑ από φόρους. Όταν όμως, οι εναλλακτικές δυνατότητες περιορίζονται σε δύο, δηλαδή, «επένδυση» ή «όχι επένδυση», η απόφαση θα είναι «όχι επένδυση» αν η εναλλακτική, «επένδυση», κατά την αντίληψη και απόλυτη κρίση του συγκεκριμένου επενδυτή, θεωρείται ότι δεν θα έχει ικανοποιητική απόδοση του σχετικού κεφαλαίου, για το συγκεκριμένο ρίσκο απώλειας όλου ή μέρους του κεφαλαίου αυτού.  

Προφανώς, η επιλογή του τόπου επένδυσης γίνεται μετά από αξιολόγηση πολλών παραμέτρων, μόνο μία από τις οποίες είναι οι φορολογικοί συντελεστές και ποτέ το κεφάλαιο δεν «μεταναστεύει» μόνον επειδή τα κέρδη φορολογούνται με χαμηλότερο συντελεστή σε άλλη χώρα υποδοχής. Αυτό προκύπτει αβίαστα και από το γεγονός ότι οι επενδύσεις, που γίνονται, γίνονται και σε χώρες με πολύ υψηλότερους από αλλού συντελεστές φορολόγησης των κερδών. Το ίδιο προκύπτει, στις περισσότερες περιπτώσεις και από την πρακτική της μεταφοράς κερδών αντί της μετανάστευσης της επένδυσης αυτής καθεαυτής. Η πρακτική αυτή προτιμάται από τη μεταφορά της ίδιας της επένδυσης παρόλο που συνεπάγεται κάποιο «πρόσθετο» κόστος. Αυτό, όμως, το κόστος είναι μικρότερο από την απώλεια κερδών, που θα ακολουθούσε τη μεταφορά της ίδιας της επένδυσης σε χώρα με μικρότερο φορολογικό συντελεστή μεν, αλλά δυσμενέστερες τις λοιπές συνθήκες.

Τελικά, όμως, αν ο φορολογικός συντελεστής είναι καθοριστικός ως προς την προσδοκώμενη απόδοση της επένδυσης, η επένδυση δεν θα γίνει (ή, η υπάρχουσα θα «μεταναστεύσει»). Αν, αντιθέτως, δεν είναι καθοριστικός, η επένδυση θα γίνει, που σημαίνει ότι κρίθηκε ότι οι λοιπές συνθήκες της αγοράς επιτρέπουν την μετακύλιση του φόρου κερδών και μερισμάτων στις τιμές, έτσι ώστε η τελική απόδοση της επένδυσης, μετά από φόρους, να είναι η ελκυστικότερη από τις υπαρκτές εναλλακτικές! Βεβαίως, στην πράξη, τα πάντα στην οικονομία «τείνουν να…» και σχεδόν ποτέ δεν ισορροπούν για πολύ στο θεωρητικό σημείο ισορροπίας. Με την έννοια αυτή, και ο φόρος κερδών και μερισμάτων «τείνει» να μετακυλίεται στις τιμές, αφού τα επιτυγχανόμενα κέρδη άλλα έτη υπερβαίνουν και άλλα υπολείπονται του στόχου.

Δεδομένο τρίτο: Όλες οι καπιταλιστικές κοινωνίες (τουλάχιστον οι πλειοψηφίες τους, που «βγάζουν» κυβερνήσεις) ισχυρίζονται ότι επιθυμούν να γίνεται - και πιστεύουν ότι όντως επιτυχαίνουν να γίνεται - κάποια αναδιανομή του εισοδήματος. Αρκετά συχνά γίνεται λόγος και για αναδιανομή του πλούτου (δηλαδή, του αποταμιευμένου εισοδήματος) παρόλο, που η φορολόγησή του δεν οδηγεί σε αλλαγή ιδιοκτησίας του, αλλά απλώς, σε μεταφορά εισοδήματος από τους «έχοντες και κατέχοντες» στους οικονομικά ασθενέστερους. Ο μηχανισμός για την επίτευξη της αναδιανομής είναι, ως γνωστόν, από τη μία, τα φορολογικά συστήματά τους και, από την άλλη, οι «κοινωνικές υπηρεσίες» προς τους πολίτες τους.

Όλα τα συστήματα αναδιανομής έχουν κάποια κοινά χαρακτηριστικά.

Το πρώτο χαρακτηριστικό, είναι, ότι ένα μέρος από τα φορολογικά έσοδα αναλώνεται ως κόστος διαχείρισής τους. Το κόστος αυτό, σπάνια είναι, αν ποτέ είναι, μόνο το απολύτως απαραίτητο για την ορθολογική οργάνωση και αποτελεσματική λειτουργία του συστήματος - που, και πάλι είναι κόστος που μειώνει το διαθέσιμο ποσό για αναδιανομή. Το ποσοστό των εσόδων που δαπανάται για τη διαχείριση του συστήματος, είναι υψηλό παντού, στην Ελλάδα όμως, πρέπει να είναι δυσθεώρητο αν αναλογισθούμε τις στρατιές των βολεμένων στο σύστημα, την κακοδιαχείριση και τη διασπάθιση ή και την κλοπή του δημοσίου χρήματος, που είναι οι κυρίαρχες πρακτικές.. .

Το δεύτερο χαρακτηριστικό, ακόμη πιο σημαντικό, είναι ότι κανείς δεν μπορεί να υπολογίσει, ούτε κατά προσέγγιση, το ποσό με το οποίο επιβαρύνεται κάποιος συγκεκριμένος πολίτης από την ύπαρξη της φορολογίας (όλων των πάσης λογής φόρων, εισφορών κλπ) αλλά ούτε την αξία αυτών που «απολαμβάνει» από την ύπαρξη των «κοινωνικών υπηρεσιών». Κατά συνέπεια, κανείς δεν μπορεί να προσδιορίσει, ούτε κατά προσέγγιση, σε τι ποσοστό επιτυγχάνεται ο στόχος της αναδιανομής! Όλοι, πλουσιότεροι και φτωχότεροι, κάτι δίνουν, όλοι, πλουσιότεροι και φτωχότεροι κάτι απολαμβάνουν. Ποιο είναι ,όμως, το αλγεβρικό άθροισμα του δούναι και λαβείν του καθενός και κατά πόσο επιτυγχάνεται ο βασικός στόχος της αναδιανομής, δηλαδή η μεταφορά εισοδημάτων από αυτούς με τα μεγαλύτερα προς αυτούς με τα μικρότερα εισοδήματα;

Ένα τρίτο χαρακτηριστικό είναι η σχέση μεταξύ άμεσων και έμμεσων φόρων. Στην Ελλάδα, από το σύνολο φορολογικών εσόδων, στον Προϋπολογισμό του 2010, των 54,2 δις ευρώ, τα 30,5 δις ευρώ είναι έμμεσοι φόροι, που εξ ορισμού επιβαρύνουν τις τιμές, ο δε φόρος εισοδήματος φυσικών προσώπων είναι μόλις 10,9 δις ευρώ. Είναι λοιπόν προφανές, ότι το συντριπτικά μεγαλύτερο ποσοστό των φορολογικών εσόδων επιβαρύνει τους καταναλωτές ή τελικούς χρήστες των προϊόντων και υπηρεσιών, οι τιμές των οποίων έχουν επιβαρυνθεί με όλους αυτούς τους φόρους. Αυτό σημαίνει, ότι οι οικονομικά ασθενέστεροι φορολογούνται ΑΝΑΛΟΓΙΚΑ δυσμενέστερα από ό,τι οι λοιποί και σίγουρα δυσμενέστερα από ό,τι θα υπέθετε κανείς σε μία κοινωνία με δηλωμένη την πρόθεση για αναδιανομή του εισοδήματος. Αφού οι πρώτοι δεν αποταμιεύουν, αλλά καταναλώνουν το συνολικό εισόδημά τους αγοράζοντας προϊόντα ή υπηρεσίες ακριβότερα κατά 30%, 40% ή και περισσότερο, από ότι θα τα αγόραζαν αν δεν υπήρχαν καθόλου φόροι, είναι σαν να φορολογείται το ΣΥΝΟΛΙΚΟ εισόδημά τους, χωρίς κανένα «αφορολόγητο», με συντελεστή 30%, 40% ή και περισσότερο!

(Σημείωση: Αυτό, εκτός από αναλογικά δυσμενέστερο, είναι και ΑΠΟΛΥΤΑ άδικο, γιατί καταργεί το «αφορολόγητο», που, υποτίθεται, καλύπτει το ελάχιστο κόστος διαβίωσης. Για να μπορεί κανείς να παράγει φορολογητέο εισόδημα, πρέπει να υπάρχει! Με την έννοια αυτή, το «αφορολόγητο» είναι το απαραίτητο κόστος «παραγωγής» μεικτού εισοδήματος, από το οποίο [μεικτό εισόδημα] πρέπει να αφαιρείται [το «αφορολόγητο»] για να προκύπτει το ΚΑΘΑΡΟ φορολογητέο εισόδημα!)

Για να γίνει το θέμα κατανοητό καλύτερα, παρατίθενται πιο κάτω διάφοροι πίνακες.

Στον ΠΙΝΑΚΑ 1, υπολογίζεται ο μέσος φορολογικός συντελεστής, για τα διάφορα κλιμάκια φορολογητέου εισοδήματος, αγνοώντας την φορολόγησή τους μέσω των έμμεσων φόρων και λοιπών επιβαρύνσεων.  





 







Στον ΠΙΝΑΚΑ 2, υπολογίζεται ο ίδιος μέσος φορολογικός συντελεστής, για τα διάφορα κλιμάκια φορολογητέου εισοδήματος υποθέτοντας ότι οι φορολογούμενοι καταναλώνουν το σύνολο του εισοδήματός τους και, επομένως, το σύνολο «φορολογείται» ΚΑΙ μέσω των τιμών, αυτών που αγοράζουν. Εάν ίσχυε αυτό θα είχαμε την εξής κατάσταση.
(Εναλλακτικά, πιθανή επιβάρυνση 25% ή 30% ή 40%.)
























Στον ΠΙΝΑΚΑ 3, υπολογίζεται ο ίδιος μέσος φορολογικός συντελεστής, για τα διάφορα κλιμάκια φορολογητέου εισοδήματος υποθέτοντας ότι ένα μέρος του διαθέσιμου εισοδήματος, μετά την αφαίρεση του φόρου εισοδήματος, αποταμιεύεται και, κατά συνέπεια δεν επιβαρύνεται με τους έμμεσους φόρους κλπ μετακυλιόμενα στις τιμές στοιχεία κόστους. Δυστυχώς, δεν υπάρχουν στατιστικά στοιχεία σχετικά με την τάση για αποταμίευση, για διάφορα επίπεδα διαθέσιμου εισοδήματος. Άσχετα με αυτό, όμως, είναι βέβαιο ότι όσο μεγαλώνει το εισόδημα, τόσο μεγαλώνει και η αποταμίευση και, επομένως, οι «πραγματικοί» μέσοι φορολογικοί συντελεστές δεν μπορεί να διαφέρουν τόσο σημαντικά από αυτούς στον ΠΙΝΑΚΑ 3, ώστε να ακυρώνονται τα συμπεράσματα.






















Συμπεράσματα - Προτάσεις
Συμπέρασμα πρώτο: Τα ποσοστά του μέσου συντελεστή στον πιο πάνω πίνακα δεν χρειάζονται επεξήγηση! Η πρόταση είναι προφανής: για να βελτιωθεί η κατάσταση και να χαμηλώσει το 25%, ή 30%, ή 40% που «πληρώνουν» οι οικονομικά ασθενέστεροι, πρέπει να μειωθούν οι φόροι, που μετακυλίονται στις τιμές. Εάν ποτέ γίνουν τα… άπειρα, που πρέπει να γίνουν για να περισταλούν οι κρατικές δαπάνες, από τη μία και η φοροδιαφυγή, από την άλλη, τότε πρέπει να μειωθούν, κατά προτεραιότητα, αυτοί οι φόροι… .

Συμπέρασμα δεύτερο: Το σύστημα αναδιανομής των φορολογικών εσόδων είναι, όπως εξηγήθηκε πιο πάνω, αναποτελεσματικό, τόσο γιατί σπαταλούνται πόροι, όσο και γιατί δεν υπάρχουν «μετρήσιμα» αποτελέσματα, που να δείχνουν αν και κατά πόσο επιτυγχάνεται ο στόχος «μεταφοράς εισοδήματος» προς τους οικονομικά ασθενέστερους. Και εδώ η πρόταση είναι προφανής: πρέπει να περιοριστούν στο ελάχιστο οι γενικές «κοινωνικές υπηρεσίες» και να αντικατασταθούν από εξατομικευμένες οικονομικές ενισχύσεις. Έχουν υπάρξει πολλές ρεαλιστικές προτάσεις, όπως η καθιέρωση ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος, η κατάργηση της, από ένα επίπεδο και άνω, δωρεάν παιδείας και ενίσχυση μόνο των οικονομικά ασθενέστερων σπουδαστών, το, ήδη υπάρχον, Ταμείο Κοινωνικής Συνοχής κλπ. 

Συμπέρασμα τρίτο: Η κατάσταση του να φορολογούνται αναλογικά περισσότερο οι οικονομικά ασθενέστεροι από τους ευπορότερους επιδεινώνεται και καταλήγει σε μία ακόμη πιο προκλητική αδικία σε βάρος των πρώτων λόγω των χρεών του παρελθόντος και των αυξανόμενων τόκων τους, με τους οποίους επιβαρύνονται όλοι. Ακόμη και αν δεν σπαταλούταν από το Κράτος κανένα φορολογικό ευρώ, ακόμη και αν εξαφανιζόταν εντελώς η διαφθορά, η φοροδιαφυγή κλπ, κλπ η ύπαρξη των τόκων και η αποπληρωμή των δανεικών, όποτε αυτή αρχίσει να γίνεται, σημαίνει κάτι, επίσης, προφανές: Συνολικά η κοινωνία, άρα και ο «μέσος» φορολογούμενος πολίτης, πληρώνουν περισσότερα σε φόρους από όσα τους «ανταποδίδονται» σε κοινωνικές παροχές! Και, φυσικά, δεν πρέπει να υπάρχει κανείς, έστω και με αμυδρή γνώση της πρόσφατης Ελληνικής ιστορίας, που να αντιτείνει ότι το συσσωρευμένο χρέος χρησιμοποιήθηκε διαφορετικά από ότι οι λοιπές ταμειακές εισροές στον κρατικό πίθο των Δαναΐδων… .

Γενικό Συμπέρασμα

Είναι απορίας άξιον, πώς, ενώ ένας απλός οικονομολόγος μπορεί να αντιληφθεί τα πιο πάνω, τόσοι «αριστεροί», «σοσιαλιστές» κλπ, πραγματικοί διανοούμενοι, δεν έχουν επισημάνει την φενάκη με αρκετά δραματικό τρόπο, ώστε οι πολιτικοί, εκφραστές αυτών των ιδεών, να αγωνιστούν για την ανατροπή ή, έστω, τη βελτίωση αυτής της κατάστασης. Βέβαια, στο παρελθόν, έχουν υπάρξει καταγγελίες, όπως: «Το ψευδολόγημα περί αναδιανομής του εισοδήματος καλύπτει άτεχνα τα θηριώδη συμφέροντα που χρησιμοποιούν τους πολιτικούς, αν όχι σαν σερβιτόρους, τουλάχιστον σαν μεταμφιεσμένους αντιπροσώπους τους»(*), αλλά γιατί έμειναν απλές καταγγελίες; Πιθανόν, επειδή αυτοί που τις διατυπώνουν δεν ξεκινούν με ΔΕΔΟΜΕΝΟ τον «εγκλωβισμό» μας στην παγκοσμιοποιημένη καπιταλιστική οικονομία και σκέφτονται προς την κατεύθυνση της κατάργησης και όχι της «βελτίωσης» του καπιταλισμού…. Ίσως αυτό να εξηγεί και το γεγονός ότι αρκετά γνωστός Έλληνας, αριστερός οικονομολόγος, που δηλώνει με έμφαση «αναδιανομή μέσω φορολογικού ΔΕΝ γίνεται» αρνείται να εξηγήσει γιατί!
__________
(*) άρθρο του Κωστή Παπαγιώργη , με τίτλο «Η Δημοκρατία ως Επιχείρηση», στον Κόσμο του Επενδυτή της 30/09/2007
Εν κατακλείδι: Ενδυνάμωση του κοινωνικού Κράτους δεν επιτυγχάνεται με τη μεγέθυνσή του, αλλά, αντιθέτως, με περιορισμό του μεγέθους του και αλλαγή φιλοσοφίας, στόχων και μεθόδου αναδιανομής του εισοδήματος, ώστε να διασφαλίζεται μεγιστοποίηση της αποτελεσματικότητας στη διαχείριση των πόρων!






Τετάρτη 10 Φεβρουαρίου 2010

Η ΑΠΛΗ ΑΡΙΘΜΗΤΙΚΗ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΞΙΟΔΟΤΙΚΟΥ

Η ΑΠΛΗ ΑΡΙΘΜΗΤΙΚΗ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΞΙΟΔΟΤΙΚΟΥ


Α. Οι εισφορές στο ΙΚΑ για το συνταξιοδοτικό είναι 20% επί των αποδοχών (το υπόλοιπο είναι για τον κλάδο υγείας) Αγνοώντας, προς στιγμήν, τις λοιπές παραμέτρους (ceteris paribus – all other things being equal) και εάν υποτεθεί ότι η μέση σύνταξη είναι ΜΟΝΟ το 80% των αποδοχών, προκύπτει ότι κάθε 4 έτη εργασίας και καταβολής εισφορών συγκεντρώνονται στον «κουμπαρά» χρήματα αρκετά για συντάξεις ενός έτους.

Β. Το προσδόκιμο ηλικίας για τους άνδρες υπερβαίνει τα 81 έτη και συνεχώς αυξάνει, για δε τις γυναίκες υπερβαίνει τα 83 έτη και συνεχώς αυξάνει. Αυτό σημαίνει ότι, αν η «μέση» ηλικία των ανδρών που συνταξιοδοτούνται είναι τα 60 έτη, θα λαβαίνουν σύνταξη για 21 έτη, αν είναι τα 70 έτη, θα λαβαίνουν σύνταξη για 11 έτη κοκ.

Γ. Οι αποδοχές των εργαζομένων, σε σταθερές τιμές (αγνοώντας τον πληθωρισμό) είναι σημαντικά χαμηλότερες τα πρώτα έτη εργασίας από ότι τα τελευταία, βάσει των οποίων υπολογίζεται το 80% ως ποσό σύνταξης. Αυτό το έλλειμμα καθώς και το σημαντικό κόστος διαχείρισης του συστήματος, ας υποτεθεί, ότι καλύπτονται από την απόδοση των επενδυόμενων εισφορών. Ιστορικά, το εάν καλύπτονταν, υπερκαλύπτονταν ή υποκαλύπτονταν είναι άγνωστο. Αυτό, που είναι γνωστό είναι ότι και προ… δομημένων, οι σχετικοί χειρισμοί των «αρμοδίων» δεν ήταν λαμπροί…!

Στον πιο κάτω πίνακα φαίνεται, ότι για να αυτοχρηματοδοτούνται οι συντάξεις, ως έδει, μόνο από τις εισφορές, θα έπρεπε να συνταξιοδοτούνται (οι άνδρες) σε ηλικία 70 – εβδομήκοντα! - ετών και μετά από 40 – τεσσαράκοντα! - έτη εργασίας και καταβολής εισφορών… .Για τις γυναίκες, αναλόγως.

Υπόμνημα πίνακα:
Γραμμή A: Ηλικία αρχής συνταξιοδότησης
Γραμμή B: Έτη συνταξιοδότησης (από αρχή μέχρι την ηλικία των 81 ετών)
Στήλη C: Έτη εργασίας και καταβολής εισφορών
Στήλη D: Έτη συνταξιοδότησης για τα οποία αρκούν οι καταβληθείσες εισφορές
Στήλες Ε: Έτη συνταξιοδότησης για τα οποία ΔΕΝ αρκούν οι καταβληθείσες εισφορές και πρέπει να χρηματοδοτηθούν από άλλες πηγές

Αναγνώστες